πηγή: PROTAGON | 21-6-2011

 

Του Ορέστη Καλογήρου*

Το οικονομικό πρόβλημα δεν είναι «τεχνικό»

Η κοινωνική και πολιτική αυτογνωσία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αντιμετώπιση της πραγματικότητας. Η πειθαρχία που υπηρετώ, η Φυσική, μου έχει διδάξει, ότι πάντα πρέπει πρώτα να ορίζουμε το πρόβλημα. Στη χώρα μας λοιπόν το πρόβλημα είναι ότι βιώνουμε μία βαθιά πολιτική, πολιτιστική και οικονομική κρίση. η σειρά δεν είναι τυχαία. Το δεύτερο βήμα είναι να αναζητήσουμε τα αίτια του προβλήματος και κατόπιν βέβαια να αναζητήσουμε τρόπους διεξόδου από αυτό. Αν όλα αυτά φαντάζουν ως κοινοτοπίες, στην πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας είναι σε μεγάλο βαθμό ζητούμενα. Πρώτα απ’ όλα, οι βαθιά εδραιωμένες θεωρίες συνωμοσίας εμποδίζουν την ίδια την παραδοχή του προβλήματος. Και δεν αναφέρομαι μόνον σε όσους πιστεύουν ότι όλα όσα ζούμε τα προκάλεσαν οι αμερικανοεβραίοι (sic). Γνωρίζω μορφωμένους ανθρώπους, που πιστεύουν ακράδαντα στον αστικό μύθο που λέει ότι «οι Σουηδοί μας πρόσφεραν 250 δις ευρώ» κι εμείς τα αρνηθήκαμε «για να πέσουμε στην αγκαλιά του ΔΝΤ». Κατόπιν ακολουθεί ένας ατελείωτος διάλογος για τα αίτια.

Μια ψύχραιμη ανάλυση των αιτιών θα ήταν φυσικά ένα πολύτιμο εργαλείο για την υπέρβαση του προβλήματος. Στη συζήτηση αυτή όμως κάθε πολιτική και κοινωνική ομάδα απλώς προσπαθεί να αποδείξει ότι τα «έφαγε η άλλη». Μια ακόμη ισχυρή άποψη, που περιβάλλεται με επιστημονικό κύρος, προσπαθεί να αποδείξει ότι το πρόβλημα δεν το δημιουργήσαμε εμείς αλλά «οι άλλοι», οπότε μόνον «οι άλλοι» μπορούν να το λύσουν. Τέλος, στη συζήτηση για την αντιμετώπιση του προβλήματος, αν παραδεχτούμε βέβαια ότι υπάρχει και αφού συμφωνήσουμε τι φταίει, κυριαρχεί ένα γνώριμο εθνικό σπορ, η ιδεολογική φόρτιση. Εδώ αρχίζει μια ατέρμονη συζήτηση για την «δεξιά» ή την «αριστερή» διέξοδο από την κρίση. Δεν υποτιμώ την αξία της ιδεολογικής συζήτησης. Όμως ακόμη και η ιδεολογικά φορτισμένη Φυσική θα τιμωρήσει τον φίλεργο ερευνητή, αν αυτός δεν λάβει υπ’ όψιν του τα δεδομένα του προβλήματος. Χρήσιμη λοιπόν η συζήτηση για το αν η διέξοδος από την κρίση θα έχει «δεξιό» ή «αριστερό» πρόσημο, αλλά απείρως πιο χρήσιμη η διέξοδος από την κρίση αυτή καθ’ εαυτή.

Δεν θεωρώ τον εαυτό μου περισσότερο ή λιγότερο κατάλληλο για να πει «τι πρέπει να κάνουμε». Θα περιοριστώ στο «τι θα ήθελα να κάνουμε» πάνω στο τρίπτυχο πολιτική, πολιτιστική και οικονομική κρίση, όπως αυτό ορίστηκε πιο πάνω.

– Αν η κρίση είναι πρωτίστως πολιτική, δηλαδή βαθιά κρίση νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος, είναι επείγουσα ανάγκη η υπέρβασή του.

– Θα ήθελα τη διενέργεια ενός δημοψηφίσματος, που το ΝΑΙ θα περιγράφει μια εκ βάθρων ανατροπή της οργάνωσης του πολιτικού συστήματος και το ΟΧΙ την διατήρηση του σημερινού status quo: μικρές μονοεδρικές περιφέρειες, βουλή των 200, πρόβλεψη για δύο μόνον θητείες, κατάργηση βουλευτικών προνομίων, ιδιαίτερα της λεγόμενης «βουλευτικής ασυλίας», δραστική μείωση της χρηματοδότησης των κομμάτων στο επίπεδο του ενός ευρώ ανά ψήφο, υποχρεωτική ονομαστικοποίηση του πολιτικού χρήματος.

– Θα ήθελα να γίνει αναθεώρηση του συντάγματος με τελικό στόχο τη μετάβαση στην τέταρτη Ελληνική Δημοκρατία.

– Θα ήθελα το υπάρχον πολιτικό σύστημα τολμήσει την συναίνεση γύρω από μια τέτοια πρόταση, ώστε να προσφέρει επί τέλους μια πολύτιμη υπηρεσία στον τόπο. Την υπέρβαση δηλαδή της πολιτικής κρίσης μέσα στα πλαίσια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και όχι προς άλλες ανομολόγητες καταστάσεις.

– Θα ήθελα να δω την πλήρη ανατροπή και υπέρβαση του συστήματος των λεγόμενων ΜΜΕ. Δεν γνωρίζω, πως μπορεί να γίνει αυτό, αλλά γνωρίζω ότι και εδώ η κρίση είναι δομική και είναι μέρος του προβλήματος.
Αν η κρίση είναι πολιτιστική, κρίση αξιών όπως λέγεται, η μόνη απάντηση είναι η καταπολέμηση της εσωστρέφειας, των ιδεοληψιών και των πάσης φύσεως προκαταλήψεων και θεωριών συνομωσίας. Πολλά έχουν προταθεί σ’ αυτή την κατεύθυνση και όλα μοιάζει να έχουν αποτύχει. Εδώ, λόγω επαγγελματικής ιδιότητας, πμορώ να πω «τι πρέπει να κάνουμε:

– Η παιδεία και η εκπαίδευση να διαδραματίσει τον ρόλο της στη διαμόρφωση ενός νέου αφηγήματος εθνικής αυτοσυνείδησης, που θα ενσωματώνει όλο και περισσότερα στοιχεία της νεωτερικότητας και θα περιορίζει όλο και περισσότερο τα βαρίδια της βυζαντινής και της οθωμανικής παράδοσης.

– Σταδιακός περιορισμός της λεγόμενης «δωρεάν παιδείας» στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σε όσους και όσες την έχουν πραγματική ανάγκη και αντ’ αυτής την συγχρηματοδότηση από την πολιτεία στα πλαίσια του προγράμματος της ΕΕ «Έρασμος» ενός υποχρεωτικού εξαμήνου για κάθε φοιτητή/ρια σε πανεπιστήμιο μιας άλλης χώρας οποιασδήποτε ηπείρου.

– Κάθε πανεπιστημιακός δάσκαλος να εργαστεί επί ένα εξάμηνο σε πανεπιστήμιο άλλης χώρας οποιασδήποτε ηπείρου στα πλαίσια της αξιολόγησης για την εξέλιξή του.

– Για κάθε σχολική τάξη Λυκείου να θεσπιστεί η υποχρεωτική παρακολούθηση για μία εβδομάδα των μαθημάτων της τάξης μιας άλλης χώρας.

Δεν πρόκειται για μια εγχώρια εκδοχή του οριενταλιασμού. Πρόκειται για την επείγουσα ανάγκη να μάθει η νέα γενιά πως μας βλέπουν «οι άλλοι». Να συνειδητοποιήσει, ότι σε αυτόν τον κόσμο δεν είμαστε μόνοι και πως δεν συνωμοτούν όλοι εναντίον μας. Συνήθως απλώς μας αγνοούν. Πρόκειται για την επείγουσα ανάγκη να γνωρίσει η νέα γενιά πως αντιμετωπίζουν «οι άλλοι» τα προβλήματά τους. Ακόμα θυμάμαι την επίδραση που μου άσκησε ένα παιδικό βιβλίο με τη βιογραφία του Μεγάλου Πέτρου. Δεν ξέρω αν έχει ιστορική βάση. Η ιστορία λέει πως ο Μ. Πέτρος εργάστηκε ανώνυμα για δύο χρόνια ως καραβομαραγκός σε καρνάγιο της Ολλανδίας για να μεταφέρει την τεχνογνωσία στην πατρίδα του. Μπορεί να είναι μια παιδική αφέλεια, αλλά μέσα μου γνωρίζω, ότι αυτή η ιστορία με έκανε καλλίτερο. Και αυτό που έμαθα εγώ στα «ολλανδικά καρνάγια» είναι ο σεβασμός του δημόσιου χώρου. Που καταπατείται βάναυσα στη χώρα μας τα τελευταία τριάντα χρόνια.

Προφανώς η κρίση είναι και οικονομική. Έχω την βεβαιότητα πως είτε ανήκουμε στους «μεταρρυθμιστές» είτε ανήκουμε στους «λαϊκιστές», είτε παραδεχόμαστε ότι «μαζί τα φάγαμε» είτε όχι, όλοι και όλες μέσα μας ξέρουμε, ότι δεν μπορούμε να ζούμε πια από εδώ και πέρα με δανεικά και χωρίς παραγωγική βάση. Για πολλά χρόνια ένα πράγμα μόνον μπορούμε να κάνουμε, ότι κι αν πιστεύουμε:

– Να μειώσουμε τα πρωτογενή ελλείμματα και να δημιουργήσουμε πρωτογενή πλεονάσματα. Δεν ξέρω πως και αν θα τα καταφέρουμε. Γνωρίζω, όμως, ότι απαραίτητη προϋπόθεση για αυτό είναι η αποκατάσταση του κοινού αισθήματος δικαίου στην κατανομή των βαρών και ιδιαίτερα των φορολογικών.

Το οικονομικό πρόβλημα δεν είναι «τεχνικό». Πιστεύω βαθύτατα, ότι θα μπορέσει να λυθεί μόνον μέσα από την διαδικασία της εκ νέου νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος, όπως περιγράφηκε πιο πάνω. Ένα τέτοιο πολιτικό σύστημα θα μπορέσει απαλλαγμένο από της πάσης φύσεως «μεταπολιτευτικές» δουλείες να επαναθεμελιώσει το κοινωνικό κράτος σε νέες βάσεις και να το μετατρέψει σε εργαλείο διεξόδου από την κρίση. Αυτό εξ άλλου ήταν το βαθύτερο νόημα και η δύναμη της μεταπολίτευσης του 1974, που επαναθεμελίωσε το πολιτικό σύστημα απαλλαγμένο από τις μετεμφυλιακές δουλείες. Αυτό που συνηθίσαμε να περιγράφουμε ως «εδραίωση τη δημοκρατίας». Αυτό το νόημα (θα έπρεπε να) έχει η επίκληση της νέας μεταπολίτευσης. Και εδώ βέβαια το ιδεολογικό πρόσημο έχει τη σημασία του.

*Ο Ορέστης Καλογήρου είναι Καθηγητής στο ΑΠΘ.