Tου Ηλία Μόσιαλου*
Είναι φυσικό σε αλλαγή κάθε κρατικού οργανισμού πολύς κόσμος που θίγεται και ξεβολεύεται, να αντιδρά και να διαφωνεί. Εξίσου φυσικό είναι πολλοί καλοπροαίρετοι άνθρωποι ν’ αναρωτιούνται γιατί γίνεται μια αλλαγή, κι ακόμα –γιατί ζούμε στην Ελλάδα– «τι κρύβεται πίσω από…». Τονίζω λοιπόν εξαρχής ότι στην περίπτωση της ΕΡΤ τίποτα δεν «κρύβεται πίσω από…». Σκοπός της κυβέρνησης είναι η διατήρηση και ο εξορθολογισμός της.Στην ώριμη ψηφιακή εποχή που διανύουμε, στόχος μας είναι η δημόσια ραδιοτηλεόραση με υψηλή ποιότητα και ψυχαγωγία, αλλά και με χαμηλότερες δαπάνες
Η ΕΡΤ έχει ένα πολύ θετικό στοιχείο: εκπέμπει, συνήθως, πιο ποιοτικό πρόγραμμα από ό,τι τα ιδιωτικά κανάλια, συμβάλλοντας στο πολιτισμικό επίπεδο των Ελλήνων. Από την άλλη, όμως, έχει σοβαρά διαχειριστικά και οργανωτικά προβλήματα και παράγει ένα προϊόν που απευθύνεται κυρίως σε μεγάλες ηλικίες. Αντί για δημόσια, είναι κρατική – ακόμα χειρότερα, για μεγάλες περιόδους, έντονα κομματικοποιημένη και ελεγχόμενη από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Διατηρεί τρία μεγάλα κανάλια, δύο ψηφιακά, 19 περιφερειακούς ραδιοσταθμούς, 20 πομπούς μεσαίων κυμάτων. Ενώ ενισχύεται από το υποχρεωτικό ανταποδοτικό τέλος (την εισφορά της ΔΕΗ), ύψους 300 εκ. ευρώ/χρόνο, όλα τα κανάλια της έχουν χαμηλή τηλεθέαση. Εκδίδει ένα περιοδικό, τη «Ραδιοτηλεόραση», που δίνει μεν ποιοτικές προσφορές, αλλά τα έξοδά του υπερβαίνουν κατά πολύ τα έσοδα. Η εντύπωση που δίνεται είναι ότι διατηρείται η ΕΡΤ μεγάλη με τεχνητό τρόπο σε συνθήκες οξύτατης οικονομικής κρίσης, που απαιτούν να μειώνεται η φορολογία.
Κάθε λογικός άνθρωπος βλέπει ότι αυτό που πρέπει να γίνει είναι να διατηρήσουμε το καλό στοιχείο (ποιότητα) και να καταπολεμήσουμε όλα τ’ άλλα. Αλλά για να φτάσουμε σ’ αυτό, πρέπει η ΕΡΤ να γίνει αξιόπιστη και κερδοφόρα, δημόσια και όχι κρατική/κομματικοποιημένη, ανοιχτή στα νεανικά πολυμέσα και όχι γερασμένη. Δηλαδή η λειτουργία της να εξορθολογιστεί.
Διακόπτουμε τη λειτουργία της ΕΡΤ 1, με κριτήριο ότι έχει τη χαμηλότερη τηλεθέαση απ’ όλα τα κανάλια της χώρας, δημόσια και ιδιωτικά. Τα ποιοτικά της προγράμματα θα διατηρηθούν και θα διαχυθούν στ’ άλλα δύο κανάλια και στα πολυμέσα. Δεν είναι ανάγκη να υπάρχει ειδικό «κανάλι πολιτισμού», πολύ καλύτερο (και μη ελιτίστικο) είναι ο πολιτισμός να «μπολιάζει» όλα τα μίντια της ΕΡΤ με «ζώνες πολιτισμού». Η χώρα μας δεν έχει την πολυτέλεια να λειτουργεί επαρκώς τρία δημόσια κανάλια. Προχωρούμε λοιπόν σε συγχώνευση των ραδιοσταθμών: οι 19 περιφερειακοί σταθμοί γίνονται 9, οι 3 της Θεσσαλονίκης γίνονται 1. Από τους 20 πομπούς των μεσαίων, διατηρούνται μόνο 5 (για εθνικούς λόγους). Αναστέλλουμε την έκδοση της «Ραδιοτηλέορασης» (οι προσφορές της θα δίνονται μέσω διαδικτύου). Δυναμώνουμε τα πολυμέσα της ΕΡΤ, τα οποία σήμερα είναι περίπου ανύπαρκτα, γιατί αυτά αποτελούν τις κύριες προεκτάσεις προς το μέλλον.
Ανεξάρτητη επιτροπή προσωπικοτήτων θα παραδώσει αρχές Νοεμβρίου τις προτάσεις της για την πλήρη αποκομματικοποίηση της ΕΡΤ στις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής. Θ’ ακολουθήσει διάλογος στα τέλη του χρόνου, ελπίζω να εισαχθεί στη Βουλή ο νόμος για μια σύγχρονη και ανεξάρτητη δημόσια τηλεόραση. Θα υπάρχει συνεχώς διαφάνεια. Αλλά το σίγουρο είναι πως θα κατοχυρωθεί η θεσμική ανεξαρτησία της ΕΡΤ, αυτή είναι η βασική διαφορά του «δημόσιου» από το «κρατικό».
Μια τέτοια εξέλιξη περνάει υποχρεωτικά και μέσα από την αξιολόγηση του προσωπικού. Όλοι αξιολογούνται, όλοι λογοδοτούν, δεν μπορεί οι εργαζόμενοι στην ΕΡΤ να απαιτούν την αυτοεξαίρεσή τους. Σκοπός της αξιολόγησης θα είναι να πάει ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση – να πάει και να δουλέψει, όχι απλά να μισθοδοτείται. Δηλαδή, να αντιστοιχιστούν οι ανάγκες με το προσωπικό. Ο ελληνικός λαός, με τους φόρους του, χρηματοδοτεί την ΕΡΤ. Όπως τα πανεπιστήμια δεν ανήκουν στους πρυτάνεις τους, έτσι και η ΕΡΤ δεν ανήκει στους υπαλλήλους της. Είναι ιδιοκτησία του φορολογούμενου ελληνικού λαού, άρα ο εξορθολογισμός της είναι μονόδρομος.
Στην ώριμη ψηφιακή εποχή που διανύουμε, στόχος μας είναι η δημόσια ραδιοτηλεόραση με υψηλή ποιότητα και ψυχαγωγία, αλλά και με χαμηλότερες δαπάνες. Όταν λοιπόν η ΕΡΤ, δυναμωμένη πια και πιο ποιοτική, θα έχει ορθοποδήσει και θα στέκεται στα πόδια της οικονομικά, τότε θα μπορέσουμε να επανεξετάσουμε και το τέλος της ΔΕΗ.
* Ο Ηλίας Μόσιαλος είναι πρώην υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, καθηγητής της Υγειονομικής Πολιτικής στο London School of Economics.