Του Μελέτη Ρεντούμη*
Περίμενα λοιπόν ν’ακούσω για το πόσο αδικημένοι αισθάνονται οι δικηγόροι, πόσο πρέπει να προστατευθούν οι κατώτατες αμοιβές και τα κάθε έξοδα παραστάσεως.
Θα ήθελα στο σημερινό μου άρθρο να σας διηγηθώ μια μικρή ιστορία, ή συζήτηση καλύτερα που είχα πρόσφατα με μια νεαρή δικηγόρο.Υπάρχει και μία άλλη Ελλάδα, φωτεινή, χωρίς ίχνος κομπλεξισμού που είναι έτοιμη να κυριαρχήσει, αγνοώντας την μάχη των συντεχνιών, ώστε ν’αναδειχθεί η κοινωνία της γνώσης, της παραγωγικότητας, της καινοτομίας, του φιλότιμου και της αξιοπρέπειας που τόσο μας έχει λείψει.
Ανταλλάσοντας αρχικά κάποιες απόψεις περί της κρίσης, χωρίς ν’αποφύγουμε βέβαια τα κλασσικά κλισέ για το πώς φτάσαμε ως εδώ, ποιοι έφαγαν τα λεφτά κλπ, ήρθε και η κουβέντα στο επάγγελμα του νομικού έναν από τους πιο γνωστούς και συντεχνιακούς κατά την γνώμη μου κλάδους στην χώρα.
Περίμενα λοιπόν ν’ακούσω για το πόσο αδικημένοι αισθάνονται οι δικηγόροι, πόσο πρέπει να προστατευθούν οι κατώτατες αμοιβές και τα κάθε έξοδα παραστάσεως για κάθε είδους αγοροπωλησία που γίνεται, αλλά και πόσο δίκιο έχουν για τις συνεχόμενες απεργίες που πραγματοποιούν.
Εκπληκτος όμως, και μ’ένα αμυδρό χαμόγελο, άκουσα την εντελώς διαφορετική άποψη που εκπροσωπεί μεγάλο μέρος της νέας γενιάς που μέσα από την γνώση, τις σπουδές και την διάθεσή τους για προσφορά αντιστέκονται στις φαυλότητες του κλάδου τους.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, μου ανέφερε αρχικά πόσο άσχημα νιώθει για το ωράριό της. Αμέσως υπέθεσα ότι θα μου αναφέρει τις βάναυσες συνθήκες εργασίας για τους νέους και ασκούμενους δικηγόρους. Αντιθέτως το παράπονο ήταν ότι φεύγει νωρίς, το πολύ δηλαδή στις 4 το απόγευμα ενώ θα επιθυμούσε να κάθεται ως αργά, αναλαμβάνοντας ή συμμετέχοντας σε μεγαλύτερες και πιο σύνθετες υποθέσεις ποινικού δικαίου, για ν’αποκομίσει εμπειρίες. Πρόσθεσε δε ότι την ίδια άποψη συμμερίζονται τα περισσότερα νέα παιδιά του δικηγορικού γραφείου που απασχολούνται.
Όταν ρώτησα για τον μισθό, μου απάντησε ότι γι’αυτό που προσφέρουμε και την δεδομένη οικονομική συγκυρία, σε συνδυασμό με την μείωση των υποθέσεων αλλά και την αδυναμία των πελατών να πληρώσουν, μια χαρά πληρωνόμαστε.
Άρα ρώτησα προσπαθώντας να κάνω τον δημοσιογράφο, που βρίσκεται το πρόβλημα και δεν νιώθεις καλά; Στην έλλειψη νομικών εμπειριών;
Όχι ακριβώς ήταν η απάντηση. Σκεφτόμαστε, μου είπε με άλλους δύο συναδέλφους ν’ανοίξουμε ένα γραφείο. Σκεφτόμασταν αν μπορούμε να επιδοτηθούμε, το ρωτήσαμε και έχει μεγάλη γραφειοκρατία παρά το ότι υφίσταται πρόγραμμα νέων επαγγελματιών. Πρέπει πρακτικά πρώτα να τα στήσεις όλα και μετά να πληρωθείς.
Ναι έχεις δίκιο της απάντησα αλλά καμία επένδυση δεν κινείται στην χώρα πλέον. Όμως αμέσως με διόρθωσε λέγοντας μου μ’ενθουσιασμό ότι ο σκοπός είναι να κινήσουμε εμείς τις επενδύσεις μέσα από καλή οργάνωση,συμφωνίες και νέες ιδέες.
Μου ανέφερε ότι περιμένουν ν’ανοίξει το επάγγελμα για να δικτυωθούν στην επαρχία και να μπορούν να συνεργαστούν με άλλους συναδέλφους εκεί ιδρύοντας εταιρία ή και να συνεργαστούν για μεγάλες υποθέσεις με κάποιο γραφείο του εξωτερικού, σαν αποκλειστικοί συνεργάτες.
Αδιαφορούμε για τις κατώτατες αμοιβές μου είπε, καθώς ο ανταγωνισμός θ’αναδείξει αυτούς που έχουν την απαραίτητη γνώση και την οργάνωση ενώ η κατάργηση τέτοιων αμοιβών, θ’αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης για την αγορά μας.
Τέλος, όσον αφορά τις απεργίες, ήταν υπέρ της άποψης ότι απλά θίγονται συμφέροντα, και πρέπει όλοι οι δικηγόροι να συνεισφέρουν στην ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης και όχι ν’ανθίστανται σε αυτήν.
Μετά απ’όλα τα παραπάνω, αφού της ευχήθηκα κάθε επιτυχία, έφυγα πιο αισιόδοξος και κατάλαβα ότι υπάρχει και μία άλλη Ελλάδα, φωτεινή, χωρίς ίχνος κομπλεξισμού που είναι έτοιμη να κυριαρχήσει, αγνοώντας την μάχη των συντεχνιών, ώστε ν’αναδειχθεί η κοινωνία της γνώσης, της παραγωγικότητας, της καινοτομίας, του φιλότιμου και της αξιοπρέπειας που τόσο μας έχει λείψει.
*Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός, και μέλος της Προσωρινής Επιτροπής Πρωτοβουλίας της Δυναμικής Ελλάδας.