Η αναδιάρθρωση του χάρτη των ΑΕΙ είναι μια αναγκαία αλλαγή για τη χώρα. Η ποιότητα των σπουδών αποτελεί το σημαντικότερο εφόδιο των νέων και των μελλοντικών γενεών. Το πολυαναμενόμενο σχέδιο ΑΘΗΝΑ είναι ένα άτολμο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή και κατώτερο των περιστάσεων. Ο μαρασμός και η γήρανση της τεχνητά διογκωμένης και γεωγραφικά κατακερματισμένης ανώτατης εκπαίδευσης δεν αντιμετωπίζεται με το σχέδιο αυτό. Διατηρείται ένας μεγάλος αριθμός διάσπαρτων ιδρυμάτων και τμημάτων, τα οποία εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, όχι μόνον δεν συνεισέφεραν σε καμία πτυχή της αναγκαίας ανάπτυξης της καινοτομίας και τεχνογνωσίας, αλλά λειτούργησαν συχνά ως χώροι χαμηλού επιπέδου εκπαίδευσης και χωρίς να μπορούν να συμβάλλουν ουσιαστικά στην ανάπτυξη δυναμικών οικονομιών στις περιφέρειες της χώρας.
Με το σχέδιο ΑΘΗΝΑ, η αναδιάρθρωση των ΑΕΙ δεν αντιμετωπίστηκε ως εθνική υπόθεση. Οι μικροπολιτικές σκοπιμότητες και πάλι δεν παραμερίστηκαν. Εξόφθαλμη είναι η εύνοια σε ιδρύματα και τμήματα που συνδέονται με παράγοντες του πολιτικού προσωπικού και του ίδιου του υπουργείου παιδείας. Με το σχέδιο αυτό διατηρούνται 18 τμήματα διασκορπισμένα και απομονωμένα σε πόλεις και κωμοπόλεις της περιφέρειας, χωρίς να διασφαλίζεται το απαραίτητο για την ποιότητά τους ελάχιστο μέγεθος. Ενώ γνωρίζουμε ότι τα προσεχή χρόνια δεν θα είναι εφικτές νέες προσλήψεις και ότι θα υπάρξει σημαντικός αριθμός συνταξιοδοτήσεων καθηγητών, από τα 386 τμήματα που διατηρούνται, 57 έχουν μονοψήφιο αριθμό καθηγητών και 22 από αυτά λιγότερους από 5!
Τα μεγάλα ιστορικά πανεπιστήμια της χώρας, παρά την ανάγκη να διαμορφώσουν νέα στρατηγικά σχέδια, διατηρούνται άθικτα, και αφήνονται στην τύχη τους καθώς υποχρηματοδοτούνται σε τέτοια έκταση, που σύντομα θα οδηγηθούν σε αδιέξοδο. Η δήθεν «ομοσπονδιοποίηση» ορισμένων από αυτά, χωρίς αρμοδιότητες, με επίκληση δήθεν διεθνών προτύπων, χωρίς στόχους και σχέδιο, χωρίς καμία αξιολόγηση, απευθύνεται μόνο σε αδαείς. Οι αναγκαίες, και για όλους επωφελείς, συμπράξεις μεταξύ των πολλών υπαρκτών θυλάκων αριστείας στα πανεπιστήμια και τα δημόσια ερευνητικά κέντρα, δεν αποτελούν μέρος του σχεδίου ΑΘΗΝΑ. Η διεθνοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης, τόσο επωφελής για την ανάπτυξη των ιδρυμάτων και της χώρας, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την αποτροπή της μετανάστευσης του επιστημονικού δυναμικού, αντί να αποτελεί έναν από τους κεντρικούς στόχους της αναδιάρθρωσης, παραμένει υπόθεση ενός μικρού, χωρίς την αναγκαία αναγνώριση, ιδρύματος.
Η διαμόρφωση μιας εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση, η οποία θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της χώρας, αποτελεί μέρος του διαλόγου που προωθεί η Δυναμική Ελλάδα για τη δημιουργία ενός νέου μεταρρυθμιστικού πολιτικού φορέα που έχει επειγόντως ανάγκη η χώρα.