Του Ηλία Μόσιαλου*
Η κυβέρνηση εννιά μήνες τώρα συνεχίζει κυρίως τη λιτότητα και την αύξηση των φόρων, χωρίς ουσιώδεις διαρθρωτικές αλλαγές.
Η κοντόθωρη Ευρώπη και τα ελληνικά αδιέξοδα.
Η κρίση βρήκε την ΕΕ θεσμικά απροετοίμαστη. Καθυστέρησε να ανταποκριθεί και όταν το έκανε, περιπτωσιολόγησε με ημίμετρα. Δεν αντιμετώπισε το θεσμικό έλλειμμά της. «Κατάφερε» να κάνει την παγκόσμια κρίση δική της, εσωτερική. Το μοντέλο που μοιάζει να επιβάλλεται εκφράζεται με ad hoc δημοσιονομικές προσαρμογές και παρεμβάσεις τού είδους «βλέποντας και κάνοντας». Αν αυτό ήταν όντως επιλογή της Γερμανίας, τότε η σφραγίδα της μπήκε αρκετά εύκολα, γιατί λείπουν οι χώρες αλλά και οι ηγέτες με ειδικό βάρος. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι εκτός ΟΝΕ, ενώ η Γαλλία έχει μειωμένο κύρος: ο Μονέ, ο Ντε Γκολ, ο Μιτεράν αλλά και ο Ντελόρ είναι παρελθόν. Μοναδική ελπίδα είναι ότι, έστω και εκ των υστέρων, θα δημιουργηθούν ισχυροί ευρωπαϊκοί θεσμοί, για να προχωρήσει η πολιτική ενοποίηση προς το συμφέρον όλων. Είναι εξάλλου φανερό ότι η σημερινή μονομέρεια ούτε την ίδια τη Γερμανία συμφέρει ούτε συνολικά τον ευρωπαϊσμό υπηρετεί.
Ενώ το ευρωπαϊκό πεδίο είναι ακόμα ασαφές και ρευστό, ποια είναι η θέση της Ελλάδας; Η παρούσα τρικομματική κυβέρνηση είχε σχετικά ευνοϊκό ξεκίνημα, καλύτερο από τις δύο προηγούμενες. Ορθώς συνέχισε τη δημοσιονομική προσαρμογή: όταν μια χώρα ξοδεύει 24 δισ. περισσότερα απ’ ό,τι μπορεί, είναι ανάγκη να προχωρήσει σε δημοσιονομική διόρθωση. Η κυβέρνηση βρήκε όμως έτοιμη πρόοδο στο 84% της δημοσιονομικής προσαρμογής, βρήκε έτοιμη την ανάκτηση του 30% της ανταγωνιστικότητας. Εξάλλου ο κορμός της κυβέρνησης, η ΝΔ, είχε από το προηγούμενο διάστημα – όταν ήταν στην αντιπολίτευση – την άνεση να προετοιμαστεί για νέες κυβερνητικές ευθύνες.
Ωστόσο, εννιά μήνες τώρα συνεχίζει κυρίως τη λιτότητα και την αύξηση των φόρων, χωρίς ουσιώδεις διαρθρωτικές αλλαγές. Καμιά ουσιαστική μεταρρύθμιση στο πολιτικό σύστημα ή στη δομή του κράτους, στην καλύτερη εκμετάλλευση των κοινοτικών πόρων – τομέας στον οποίο πέρασε απαρατήρητη η τοποθέτηση υφυπουργού -, στη βελτίωση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, στην εφαρμογή διαφορετικής αγροτικής πολιτικής, δηλαδή στη στόχευση των επιδοτήσεων προς τους πραγματικούς παραγωγούς και τα σύγχρονα προϊόντα. Στα ΑΕΙ παρατηρήθηκε οπισθοδρόμηση, στην υγεία η αναδιάταξη νοσοκομείων και υπηρεσιών παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες. Οι τιμές παραμένουν υψηλές παρά την εξαετή ύφεση και την απώλεια του 25% του ΑΕΠ.
Αν γίνει ανασχηματισμός δεν θα αλλάξουν και πολλά, αφού δεν υπάρχει σχέδιο αναδιάρθρωσης της χώρας. Η πλειονότητα του πολιτικού προσωπικού είναι «εκπαιδευμένη» στη μεγέθυνση του δημόσιου τομέα με δανεικά, στο πελατειακό κράτος και στην απέραντη γενικολογία. Η κυβέρνηση φαίνεται να λειτουργεί μόνο τις ημέρες των επισκέψεων της τρόικας. Στα ενδιάμεσα, ελάχιστα υπουργεία και οργανισμοί προσπαθούν.
Η ίδια η τρόικα έχει επίσης μέρος της ευθύνης. Συναρτά την κάθε δανειακή δόση σχεδόν αποκλειστικά με τη δημοσιονομική προσαρμογή και προβάλλει συνεχώς, σαν «φετίχ» της, τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, λες και θα άλλαζε κάτι στο Δημόσιο με 10.000 ή 20.000 λιγότερους υπαλλήλους. Το Δημόσιο θα αλλάξει με ριζική αναδιάρθρωσή του: κατάργηση του νομικισμού και της γραφειοκρατίας, αξιοποίηση των αρίστων, κατάργηση της μονιμότητας για τους νεοεισερχομένους, διαφάνεια στις διαδικασίες ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων και έργων, μέτρηση της παραγωγικότητας και θέσπιση κινήτρων – αντικινήτρων.
Τώρα το θέμα εμφανίστηκε επικεντρωμένο σ’ ένα πρόσωπο, τον κ. Μανιτάκη. Πολύ βολικό για μια κυβέρνηση που στην ουσία δεν θέλει ν’ αλλάξει ο δημόσιος τομέας. Αλλά υπάρχει έστω ένας υπουργός που να έχει προσδιορίσει οργανισμούς προς κατάργηση ή συγχώνευση; Λειτουργούν σωστά τα υπουργεία με τους μεγάλους προϋπολογισμούς; Εχουν εντοπιστεί οι πολλαπλές περιττές δαπάνες; Ή μήπως λειτουργεί σωστά η Επιτροπή Ανταγωνισμού, ώστε να ελέγχει τα καρτέλ;
Ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα με τη λεγόμενη «αντιμνημονιακή» αντιπολίτευση (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΞΕΛ): δεν έχει σχέδιο εξόδου από την κρίση και θέλει (;) να μείνει η χώρα στο ευρώ αλλά χωρίς δημοσιονομική προσαρμογή, ούτε καμιά σοβαρή διαρθρωτική αλλαγή. Πόνταραν ανεύθυνα στις κυπριακές εξελίξεις, δεν τους βγήκε και επιμένουν σε αδιέξοδες στρατηγικές. Ομως η επικίνδυνη απομόνωση στην οποία θα οδηγηθεί η χώρα αν επιβραβευθεί εκλογικά η πολιτική των ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΞΕΛ δεν είναι η εθνικά ορθή εξέλιξη.
Η αναδιάρθρωση της χώρας πρέπει να προχωρήσει. Το μέσο όμως δεν πρέπει να είναι η συνεχής λιτότητα αλλά ιδίως οι διαρθρωτικές αλλαγές που δεν τόλμησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις λόγω εσωτερικών αντιθέσεων. Χωρίς πραγματικές αλλαγές στη λειτουργία του κράτους, στο πολιτικό σύστημα και στο μοντέλο της οικονομίας μας, η Ελλάδα μπορεί τελικά να καταφέρει να παραμείνει στο ευρώ αλλά με μεγάλο κόστος και στην περιφέρεια της Ευρώπης, δίχως ειδικό βάρος, χειρότερα και από μια ξεχασμένη, μεσοδυτική πολιτεία των ΗΠΑ.
* Ο Ηλίας Μόσιαλος είναι Καθηγητής των Οικονομικών της Υγείας στο London School of Economics, πρώην υπουργός και μέλος της Επιτροπής Πρωτοβουλίας της κίνησης “Δυναμική Ελλάδα”.