πηγή: Athens Voice | 11-6-2013

 

Του Ηλία Μόσιαλου

Τις τελευταίες μέρες ξανάνοιξε η συζήτηση για την ΕΡΤ. Στον υποτιθέμενο «διάλογο» που ξεκίνησε, κυριαρχούν ερωτήματα όπως «πόσοι πρέπει να απολυθούν;» ή «γιατί να υπάρχει καν η ΕΡΤ;», δηλαδή ερωτήματα βίαιης αναδιάρθρωσης. Είναι προφανές ότι η συζήτηση αναθερμαίνεται σε λάθος βάση. Η κατά τη γνώμη μου ορθή βάση θα πρέπει να ξεκινήσει από ορισμένες θεμελιώδεις αφετηρίες.

Τις τελευταίες μέρες ξανάνοιξε η συζήτηση για την ΕΡΤ. Στον υποτιθέμενο «διάλογο» που ξεκίνησε, κυριαρχούν ερωτήματα όπως «πόσοι πρέπει να απολυθούν;» ή «γιατί να υπάρχει καν η ΕΡΤ;», δηλαδή ερωτήματα βίαιης αναδιάρθρωσης. Είναι προφανές ότι η συζήτηση αναθερμαίνεται σε λάθος βάση. Η κατά τη γνώμη μου ορθή βάση θα πρέπει να ξεκινήσει από ορισμένες θεμελιώδεις αφετηρίες.
Πρώτο: Χρειάζεται να υπάρχει δημόσια ραδιοτηλεόραση.
Δεύτερο: Χρειάζεται η ΕΡΤ να αναμορφωθεί – εξυγιανθεί.
Τρίτο: Η όποια βελτίωση δεν πρέπει να ξεκινάει από τις «απολύσεις», αλλά από τα ερωτήματα «ποια δημόσια τηλεόραση και με ποια ποιότητα;»
Στο μικρό διάστημα που ήμουν υπουργός Επικρατείας το 2011, πολιτικός προϊστάμενος για την ΕΡΤ, ασχολήθηκα με το θέμα. Και ασχολήθηκα σε δυο επίπεδα: στην αντιμετώπιση των θεμάτων της ΕΡΤ στην πράξη και στη δημιουργία ενός σχεδίου νόμου για τη βελτίωση και τον εξορθολογισμό της. Κοινή βάση και των δύο υπήρξε το τρίπτυχο: ανεξαρτησία – ποιότητα – οικονομία.
Ως υπουργός δεν έκανα ποτέ καμιά παρέμβαση, ακόμα κι όταν πολλές εκπομπές στρέφονταν προσωπικά εναντίον μου. Επίσης, δεν προχώρησα σε κανένα διορισμό στην ΕΡΤ, ούτε σε οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία. Αντίθετα, κατάφερα να καταργηθούν δύο φορείς, το Ινστιτούτο Οπτικοακουστικών Μέσων και το Εθνικό Οπτικοακουστικό Αρχείο, με όφελος δεκάδες εκατομμύρια ευρώ το χρόνο για το Δημόσιο. Ήταν η μοναδική περίοδος στην ιστορία της ΕΡΤ χωρίς κυβερνητική παρέμβαση. Μάλιστα, με όσες αναδιαρθρώσεις πρόλαβαν να γίνουν, υπήρξε εξοικονόμηση άνω των 50 εκατ. ευρώ και ήρθαν στη χώρα μας δωρεάν το BBC, το ZDF και τo TV5.
Προσθέτω τη μείωση της δαπάνης στις Γενικές Γραμματείες Μέσων Ενημέρωσης και Επικοινωνίας κατά 40% (20 εκατ. ευρώ) και στο υπουργικό γραφείο κατά 70%. Τον Αύγουστο του 2011 εξήγγειλα Σχέδιο Αναδιοργάνωσης της ΕΡΤ στην ίδια κατεύθυνση. Δηλαδή, να βελτιωθεί η οικονομική διαχείριση, που με επιχορήγηση ύψους 300 εκατ. ευρώ έπρεπε να είναι καλύτερη, να βελτιωθεί η ποιότητα και να κατοχυρωθεί η ανεξαρτησία της από την εκάστοτε κυβέρνηση, τα κόμματα και τους συνδικαλιστές.
Παρά την αντίδραση που αντιμετώπισα (από το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, την αντιπολίτευση και τους συνδικαλιστές), πέτυχα να δημιουργηθεί η ανεξάρτητη επιτροπή υπό την προεδρία του καθηγητή Νίκου Αλιβιζάτου, που την αποτελούσαν έγκριτα πρόσωπα διαφορετικών πολιτικών τοποθετήσεων ώστε, με βάση τις προτάσεις της να κατοχυρωθεί η ανεξαρτησία της ΕΡΤ, απο το πολιτικό και κομματικό σύστημα, με νόμο. Ας θυμηθούμε, όμως, τα κυριότερα από τα σημεία του Σχεδίου Αναδιοργάνωσης της ΕΡΤ. Κεντρικός στόχος ήταν η δημόσια και όχι κυβερνητική-κρατική ραδιοτηλεόραση, αποκομματικοποιημένη, ανεξάρτητη και με διαφάνεια στη λειτουργία.

Ειδικά για την τηλεόραση: έπρεπε να γίνει ανταγωνιστική, βασισμένη στους Έλληνες δημιουργούς. Η ποιοτική αναβάθμιση του προγράμματος θα ήταν εστιασμένη στην αναβαθμισμένη ΝΕΤ ως ενημερωτικό, ψυχαγωγικό τηλεοπτικό σταθμό και την ΕΤ3 ως κανάλι με έμφαση στον πολιτισμό, την ψυχαγωγία και τον αθλητισμό.
Η ΕΤ1 (όπως και το σινεσπόρτ) καταργούνταν επειδή δεν υπήρχε λόγος να συντηρούμε πολλά κανάλια. Ο συχνότητές τους όμως δεν πωλούνταν, παρέμεναν στην ιδιοκτησία της ΕΡΤ. Τα ποιοτικά προγράμματα της ΕΤ1 εντάσσονταν στη ΝΕΤ και την ΕΤ3, με έμφαση σε παιδικά προγράμματα, ποιοτικές ελληνικές παραγωγές, ντοκιμαντέρ και εκπομπές λόγου. Ανάλογες ρυθμίσεις συγχώνευσης προβλέπονταν και για τους ραδιοσταθμούς.
Προβλεπόταν επίσης η ίδρυση Γενικής Διεύθυνσης Πολυμέσων, η πλήρης αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, η διακοπή έκδοσης του ζημιογόνου περιοδικού «Ραδιοτηλεόραση», η καταγραφή-αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας της ΕΡΤ και η αξιολόγηση των εργαζομένων. Το σχέδιο επίσης προέβλεπε ότι το ανταποδοτικό τέλος, που πληρώνουν οι πολίτες για την ΕΡΤ, θα μειωνόταν σημαντικά έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στα νέα δεδομένα μιας εξορθολογισμένης εταιρείας.
Το παράδοξο είναι ότι ενώ έχει μειωθεί σημαντικά το κόστος λειτουργίας της ΕΡΤ δεν έχει γίνει μείωση του ανταποδοτικού τέλους. Ορισμένοι προτείνουν ότι θα πρέπει να καταργηθεί πλήρως το ανταποδοτικό τέλος το οποίο, αν δεν αναπληρωθεί από άλλους φόρους, θα οδηγήσει σε κλείσιμο των δημοσίων ΜΜΕ. Όσο παράλογη είναι η πρόταση αυτή, τόσο παράλογη είναι και η πρόταση όσων επιδιώκουν να μην αλλάξει τίποτα στην ΕΡΤ.
Παράλληλα, η επιτροπή Αλιβιζάτου, εργαζόμενη αμισθί, παρέδωσε το πόρισμά για την αποκρατικοποίηση και την ανεξαρτησία της ΕΡΤ στις αρχές του 2012. Ο τότε υπεύθυνος υπουργός κ. Καψής, προς τιμήν του, κατέθεσε το σχέδιο Αλιβιζάτου στη Βουλή ως έτοιμο νομοσχέδιο ώστε να γίνει νόμος. Όμως τρεις διαδοχικές κυβερνήσεις (Παπαδήμου, Πικραμμένου και Σαμαρά, τουλάχιστον μέχρι τώρα) το αγνόησαν. Επομένως, το σχέδιο της εξυγίανσης ούτε άρεσε ούτε αρέσει στο πολιτικό σύστημα.
Συνεχίζουμε λοιπόν να έχουμε μια ΕΡΤ υδροκέφαλη, με τακτικότατες απεργίες, που υπάρχει υπέρ των των κομματικών και συνδικαλιστικών συμφερόντων και προβάλλει προνομιακά την εκάστοτε κυβέρνηση. Τον τελευταίο χρόνο, μάλιστα, έγιναν πολλές προσλήψεις ημετέρων χωρίς αξιοκρατικά κριτήρια και χωρίς να υπάρχει πραγματική ανάγκη. Κι ερχόμαστε τώρα, κάτω από τις πιέσεις της τρόικας, να συζητήσουμε για απολύσεις στην ΕΡΤ.
Προφανώς, πρέπει να υπάρξει μείωση προσωπικού και αναδιάταξη των ανθρώπινων πόρων, αλλά το κυρίαρχο πρόβλημα της ΕΡΤ είναι ο κομματισμός και η ανορθολογική της οργάνωση. Η πρόκληση για την κυβέρνηση έγκειται στο να “ξεσκονίσει “την πρόταση νόμου της επιτροπής Αλιβιζάτου και να τη φέρει στη Βουλή. Αν αυτό γίνει, θα αποκτήσουμε μία ανεξάρτητη, εξορθολογισμένη και, τελικά, αξιόπιστη ραδιοτηλεόραση.
Έτσι, η ΕΡΤ θα ξεκολλήσει από τα χαμηλά ποσοστά τηλεθέασης και θα φτάσει εκείνα που έχουν τα δημόσια κανάλια στην υπόλοιπη Ευρώπη: 40% και 60%. Μπορούν οι κυβερνώντες να το τολμήσουν;

*Ο Ηλίας Μόσιαλος είναι καθηγητής των Οικονομικών της Υγείας στο London School of Economics, πρώην υπουργός, μέλος της Επιτροπής Πρωτοβουλίας της “Δυναμικής Ελλάδας”.