Του Ανδρέα Γιαννακόπουλου
Ο Ουμπέρτο Έκο στις αρχές της δεκαετίας του 1990 έγραφε πως τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις. Αυτή την φράση βάλθηκε να καταρρίψει η υπό διαμόρφωση ελληνική σοσιαλδημοκρατία και οι πρωταγωνιστές του πολιτικού δράματος που βρίσκεται σε εξέλιξη στον χώρο. Αυτό διότι τον φετινό Αύγουστο τα γεύματα προσέγγισης ήταν μονίμως στην ημερήσια ειδησεογραφία, η αρθρογραφία για το μέλλον του χώρου ήταν υπερβολικά πυκνή και φυσικά το κυρίαρχο, μέχρι πριν 2 χρόνια, κόμμα του χώρου το ΠΑΣΟΚ διοργάνωνε ένα ενωτικό επιστημονικό συμπόσιο για να θέσει τις βάσεις του νέου εγχειρήματος.Το ερώτημα στο οποίο καλούμαστε να απαντήσουμε είναι αν μαζί με το ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε και η προσπάθεια για την δημιουργία ενός μεγάλου ευρωπαϊκού σοσιαλδημοκρατικού κινήματος
Τώρα βρισκόμαστε στα πρωτοβρόχια. Το συμπόσιο τέλειωσε, τα γεύματα ολοκληρώθηκαν και τελικά έμεινε ο σκεπτικισμός για το μέλλον του χώρου να στοιχειώνει τις συζητήσεις μας.
Χρειάζεται νέο κόμμα στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας ή αρκεί η συσπείρωση γύρω από το πάλαι ποτέ κραταιό ΠΑΣΟΚ;
Προσωπική μου γνώμη είναι πως έχουμε ήδη καθυστερήσει το στάδιο της δημιουργίας ενός νέου φορέα και κινδυνεύουμε όταν αυτό γίνει να μην προλάβουμε να προωθήσουμε το μήνυμα μας στην κοινωνία. Δεν θέλω να προσχωρήσω στις απόψεις μηδενισμού του ΠΑΣΟΚ και της προσφοράς του στον τόπο. Η χώρα άλλαξε με την εφαρμογή των προγραμμάτων του ΠΑΣΟΚ, από την αποκατάσταση πολιτών που βίωναν την απόλυτη φτώχεια ως την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και τον εκσυγχρονισμό των υποδομών, το ΠΑΣΟΚ είχε καθοδηγητικό ρόλο. Έγιναν λάθη, υπήρξαν συμπεριφορές που διέψευσαν τους απλούς πολίτες που οραματίστηκαν μια άλλη χώρα. Τώρα η ελληνική σοσιαλδημοκρατία περνά από την δική της έρημο και αυτό διότι το ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε (ίσως για τους λάθος λόγους).
Το ερώτημα στο οποίο καλούμαστε να απαντήσουμε είναι αν μαζί με το ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε και η προσπάθεια για την δημιουργία ενός μεγάλου ευρωπαϊκού σοσιαλδημοκρατικού κινήματος. Ένα κίνημα, το οποίο θα εξασφαλίσει την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, θα εκφράσει την μεσαία τάξη, θα οργανώσει το νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας και θα εγγυηθεί την δίκαιη κατανομή των βαρών της κρίσης αλλά και την αποκατάσταση των αδικιών που έλαβαν χώρα εξαιτίας της πίεσης για δημοσιονομική προσαρμογή. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να είμαστε σαφείς δεν θέλουμε “να ξαναβρεθούμε στους μπαξέδες”, αλλά να προσδιορίσουμε την ταυτότητα μας σε μια εποχή που δεν υπάρχει ο διπολισμός της δεκαετίας του ʼ70 και το κέντρο της οικονομικής δραστηριότητας μετατοπίζεται στην Ασία. Δεν ζητάμε την βολική προσαρμογή στην συντηρητική και συχνά διχαστική ατζέντα για την Ελλάδα και την Ευρώπη που προωθούν διάφοροι σχηματισμοί, ούτε τον ριζοσπαστισμό της Αριστεράς.
Οι λογικές του “τάζω τα πάντα σε όλους”, οι λαϊκίστικες αντιλήψεις της δήθεν προστασίας των ασθενέστερων την ώρα που ουσιαστικά προστατεύουμε συμφέροντα βολεμένων δεν έχουν θέση σε αυτό το νέο σχήμα. Στόχοι μας πρέπει να είναι, η αναδιοργάνωση του κοινωνικού κράτους με τέτοιο τρόπο ώστε να υπάρχει εξασφαλισμένο ένα ελάχιστο επίπεδο περίθαλψης για τους πολίτες που σήμερα παραμένουν ανασφάλιστοι, η προώθηση αλλαγών σε όλη την δημόσια διοίκηση (περιορισμός γραφειοκρατίας, προώθηση της κάρτας του πολίτη, αυτοτέλεια ΟΤΑ, αύξηση της αποδοτικότητας του κράτους, αξιολόγηση και κλείσιμο δημόσιων οργανισμών), η προσαρμογή της παιδείας μας στο δυτικό πρότυπο με σύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας και φυσικά μια υποχρεωτική εκπαίδευση που γαλουχεί Ευρωπαίους πολίτες ενός περίπλοκου κόσμου με ιστορία πολύ ευρύτερη από ότι μαθαίνουμε σήμερα. Πρωταρχικός στόχος, όμως, είναι οι προτάσεις για την καταπολέμηση της ανεργίας, όχι με ευρωπαϊκά προγράμματα των 5 μηνών αλλά σε συνδυασμό με κίνητρα για την ανάπτυξη μια νέας δυναμικής τάξης επιχειρηματιών και επιχειρήσεων με εξωστρέφεια. Τέλος, εμείς οφείλουμε να ανοίξουμε την συζήτηση για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα που θα αποτελέσει ανάσα για χιλιάδες συμπολίτες μας που σήμερα στερούνται τα στοιχειώδη.
Το μέσο για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι είναι ένας φορέας ο οποίος θα δώσει το έναυσμα για την συνολική αλλαγή της πολιτικής κουλτούρας που διέπει το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Ο πολιτικός του 21ου αιώνα δεν πρέπει να είναι κομμάτι του κομματικού μηχανισμού αλλά ένας άνθρωπος με αυτόφωτη πορεία και εκτός πολιτικής. Στο συμπόσιο του ΙΣΤΑΜΕ είδα τέτοιους ανθρώπους λίγο μικρότερους ή μεγαλύτερους από την ηλικία των 40 ετών. Φυσικά τιμούμε τους αγώνες και την προσπάθεια όλων, αλλά το νέο άρμα πρέπει να το σύρουν νέα πρόσωπα που βρίσκονται σε συνεχή επαφή με την κοινωνία, έχουν τα ίδια προβλήματα και τους ίδιους φόβους. Η μεγαλύτερη προσφορά των ιστορικών στελεχών του χώρου θα είναι να αναδείξουν την νέα γενιά πολιτικών και να επιταχύνουν την δυναμική πολιτικής αλλαγής που υπάρχει στην κοινωνική μας βάση. Σε αυτή την ενωτική πορεία δεν υπάρχουν περιθώρια αποκλεισμών, αλλά προβάλει ως επιτακτική η ανάγκη συνεργασίας όλων των προσωπικοτήτων του χώρου για να ξαναβρεί η σοσιαλδημοκρατία την επαφή της με την κοινωνία. Ιδιαίτερα σήμερα, με τον κίνδυνο του ολοκληρωτισμού να είναι προ των πυλών ο προοδευτικός χώρος πρέπει να δώσει την μάχη για την θεσμική προστασία του πολιτεύματος από όλους αυτούς που ονειρεύονται εμφυλίους και επιστροφή στις χειρότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
Σε αυτό το πλαίσιο τοποθετείται και η απαραίτητη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ στην προσπάθεια θέσπισης ενός αυστηρού αντιρατσιστικού και αντιφασιστικού νόμου, σε συνέχεια της προηγούμενης -αποτυχημένης λόγω της άρνησης της ΝΔ- προσπάθειας.
Δεν έχουμε χρόνο! Οφείλουμε να κινηθούμε γρήγορα και αποτελεσματικά, ώστε “να ξαναφτιάξουμε το σπίτι μας”όπως είπε ο κύριος Ηλίας Μόσιαλος στην εκδήλωση του ΙΣΤΑΜΕ.
*Ο Ανδρέας Γιαννακόπουλος είναι μέλος της Επιτροπής Πρωτοβουλίας της “Δυναμικής Ελλάδας”.