πηγή: Μακεδονία | 18-9-2013

 

Του Ορέστη Καλογήρου*

Εκείνο που χρειάζεται τώρα είναι τόσο η βία όσο και η προσπάθεια αναβίωσης συνδρόμων του εμφυλίου να απομονωθούν στο ακροδεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος. .

Τα φαινόμενα βίας, απειλής βίας, αλλά και παρότρυνσης σε βία που ενέσκηψαν τα χρόνια της κρίσης συνεχίζονται με αμείωτη ένταση. Πρέπει να αναγνωριστεί ότι τα φαινόμενα βίας όλο και περισσότερο περιορίζονται στο ένα άκρο του πολιτικού φάσματος, εκείνο της εξτρεμιστικής, λαϊκιστικής και νεοναζιστικής δεξιάς. Είναι θετικό ότι τα εξ αριστερών κόμματα της αντιπολίτευσης μάλλον εγκατέλειψαν την αμφίσημη στάση τους απέναντι στην πολιτική βία και ενσωματώνονται όλο και περισσότερο στο λεγόμενο συνταγματικό τόξο. Είναι χαρακτηριστικό ότι αρχηγός μεγάλου κόμματος της αντιπολίτευσης αρνήθηκε πρόσφατα ότι το κόμμα του χρησιμοποιούσε τη λέξη «χούντα» για να περιγράψει την κατάσταση της χώρας. Παρότι η χρήση της λέξης «χούντα» έχει καταγραφεί σε πολλά ντοκουμέντα αναφορικά με το κόμμα αυτό, η αποκήρυξη και μόνο των ανιστόρητων εκφράσεων είναι ένα θετικό γεγονός για τη δημοκρατία. Τα κόμματα της αριστερής αντιπολίτευσης μοιάζει να έχουν κατανοήσει ότι πλέον η θολή στάση έναντι της βίας περισσότερο βλάπτει παρά ωφελεί, ακόμη και με στενά κριτήρια κομματικού συμφέροντος. Αντίθετα, έχουν ενταθεί τα φαινόμενα βίας από το ακροδεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος. Τα πιο πρόσφατα παραδείγματα αφορούν σαφώς στην επίθεση που εξαπέλυσαν μέλη της Χρυσής Αυγής στον Μελιγαλά εναντίον θεσμικών παραγόντων και στο Πέραμα εναντίον μελών του ΚΚΕ. Απογοητευτική, βέβαια, ήταν η εικόνα του θύματος του ξυλοδαρμού, στελέχους του ΚΚΕ, σε ρόλο θύτη σε ξυλοδαρμό αντιπάλων του από άλλον ακροαριστερό χώρο πριν από δύο χρόνια. Αδιανόητη για μια ευρωπαϊκή δημοκρατία και η προτροπή αρχηγού κοινοβουλευτικού κόμματος να εφαρμόσει ο όχλος τον νόμο του Λιντς εναντίον θεσμικού αιρετού παράγοντα, επειδή έχει αντίθετες θέσεις για τη λεγόμενη επένδυση του χρυσού στις Σκουριές Χαλκιδικής. Απογοητευτικό, ακόμη, είναι και το γεγονός ότι την τιμή της δημοκρατίας φαίνεται να έσωσε μια τηλεοπτική παρουσιάστρια, ενώ αντίθετα κόμματα με θεσμικό ρόλο διαμαρτυρήθηκαν για την έρευνα που παρήγγειλε ο εισαγγελέας. Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι πολλά από τα πρόσφατα φαινόμενα βίας αναβίωσαν μια παρωχημένη, επικίνδυνη και άχρηστη για τη δημοκρατία εμφυλιοπολεμική συζήτηση, με αναφορές σε δωσίλογους, κομμουνιστοσυμμορίτες, σφαγές και εκτελέσεις.

Η κοινωνία έκλεισε εδώ και δεκαετίες τα βιβλία του εμφυλίου. Ας αφήσουμε, επιτέλους, τους νεκρούς να ησυχάσουν. Το μέλλον των παιδιών μας από άλλα πράγματα εξαρτάται. Εκείνο που χρειάζεται τώρα είναι τόσο η βία όσο και η προσπάθεια αναβίωσης συνδρόμων του εμφυλίου να απομονωθούν στο ακροδεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος. Οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις έχουν υποχρέωση να δημιουργήσουν μια σαφή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα ακροδεξιά και ναζιστικά μορφώματα, και ολόκληρο τον υπόλοιπο πολιτικό κόσμο. Όχι απλώς να καταδικάζουν την βία «από όπου κι αν προέρχεται», αλλά να λειτουργήσουν με τρόπο, ώστε η βία να προέρχεται μόνο από την ακροδεξιά. Έτσι μόνο θα κοπεί το πολιτικό οξυγόνο στους νοσταλγούς της ανωμαλίας και θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για την περιθωριοποίησή τους.

Ορέστης Καλογήρου είναι καθηγητής ΑΠΘ, μέλος της Προσωρινής Επιτροπής Πρωτοβουλίας της Δυναμικής Ελλάδας.