Της Αθηνάς Γιαννακού
Η κρίση και η παρατεταμένη ύφεση αποτυπώνονται με δραματικό τρόπο στις μεγάλες πόλεις, πρωτίστως στην Αθήνα και δευτερευόντως στη Θεσσαλονίκη. Δεν είναι μόνο ότι αντιπροσωπεύουν το 45% του πληθυσμού της χώρας. Κυρίως έχουν χρόνια συσσωρευμένα οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα, συχνά όχι αποτέλεσμα της σημερινής κρίσης αλλά των ιδιαίτερων προβλημάτων αστικής μεγέθυνσης και ανάπτυξης. Οι δύο κεντρικοί δήμοι είναι αυτοί που αντιπροσωπεύουν τις κεντρικές ζώνες των δύο πόλεων, τις περιοχές δηλαδή που υπέστησαν τεράστιες αλλαγές την περασμένη εικοσαετία, με κυρίαρχα τα προβλήματα κλεισίματος μικρών επιχειρήσεων, απώλειας θέσεων εργασίας, υποβάθμισης του οικιστικού αποθέματος και του αστικού περιβάλλοντος. Ολα στοιχεία που διαμορφώθηκαν την περίοδο της εκρηκτικής ανάπτυξης άλλων περιοχών των πόλεων αυτών και που απλώς αποκαλύφθηκαν με την κρίση. Ακριβώς με την εκδήλωσή της, στο τιμόνι των κεντρικών δήμων βρέθηκαν ο Γιώργος Καμίνης και ο Γιάννης Μπουτάρης, δύο πρόσωπα που έφεραν αλλαγή παραδείγματος.
Οι δύο δήμαρχοι απέδειξαν ότι η Θεσσαλονίκη και η Αθήνα μπορούν να έχουν τοπικές διοικήσεις που με την πολιτική τους συμβάλλουν στον μετριασμό των επιπτώσεων της κρίσης και στην αντοχή των πόλεών τους
Ο Μπουτάρης είναι το πρόσωπο που ανέτρεψε το μοντέλο «Θεσσαλονίκη-συμπρωτεύουσα» και «δήμαρχος-τοπικός άρχοντας», ο οποίος εκλέγεται με τις ευλογίες ενός εθνικιστικού τύπου τοπικού κράτους και διαμορφώνει σχέσεις με το κέντρο για να αποσπά υποσχέσεις, ασχέτως εάν αυτές σπάνια τέθηκαν σε εφαρμογή. Πρώτη φορά στη σύγχρονη Ιστορία της η Θεσσαλονίκη, με τον Μπουτάρη, έχει δήμαρχο με τη δική του στρατηγική, χωρίς ευθεία σχέση με το κεντρικό πολιτικό σύστημα. Σε αυτή την πρόσφατη Ιστορία η Θεσσαλονίκη ποτέ δεν προβλήθηκε τόσο στο εξωτερικό όσο την τελευταία τετραετία. Από τη δεκαετία του 1990 άπειρα σχέδια που συντάχθηκαν για την πόλη αναζητούσαν τον ρόλο της στα Βαλκάνια ή στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Δεν χρειάστηκε παρά η εξωστρέφεια του Μπουτάρη για να μάθουν ή να ξαναμάθουν τη Θεσσαλονίκη έξω από τα όρια της χώρας, και μάλιστα για να δώσει η πόλη ένα πρόσωπο θετικό για την Ελλάδα, μάλιστα στην πιο αρνητική περίοδο για τη χώρα. Αυτό κάνει το Μπουτάρη δήμαρχο μιας αναγνωρίσιμης πόλης, που στο παρελθόν λειτουργούσε στο περιθώριο της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Αυτή η εξωστρέφεια είχε μόνο θετικές επιδράσεις στην οικονομία της πόλης (τουρισμός, διεθνείς συνδέσεις), αλλά και στην αντοχή που επιδεικνύει στις επιπτώσεις της κρίσης.
Ο Καμίνης είναι ο πιο «αντι»-δήμαρχος Αθήνας, αφού το κυριαρχούν μοντέλο ήθελε τον δήμαρχο απλή προέκταση της κεντρικής πολιτικής σκηνής και την Αθήνα προέκταση της χώρας. Ο,τι έκανε ή έλεγε ο πολιτικός που εκτελούσε χρέη δημάρχου της Αθήνας αφορούσαν τη χώρα, καθώς επιδίωξή του δεν ήταν η πόλη αλλά η κεντρική πολιτική σκηνή που εδρεύει στην πόλη. Ο Καμίνης απέδειξε ότι η Αθήνα μπορεί να έχει δήμαρχο και όχι υποψήφιο υπουργό ή πρωθυπουργό. Μας έκανε να συνειδητοποιήσουμε ότι η Αθήνα είναι μια πόλη καθαυτή, με προβλήματα των δικών της δημοτών καθαυτά που χρειάζεται πολιτικές για την Αθήνα καθαυτές. Ετσι ανακαλύψαμε ότι υπάρχει τοπική κοινωνική πολιτική, μια ξεχασμένη διάσταση στην πολιτική της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθώς ανέδειξε το τοπικό πεδίο ως βασικό και προνομιούχο για τη φροντίδα κοινωνικών ομάδων και περιοχών που αντιμετωπίζουν σοβαρά και σύνθετα προβλήματα.
Για πρώτη φορά στην ιστορία του σχεδιασμού των πόλεών μας ένας δήμος υιοθετεί Σχέδιο Ολοκληρωμένων Αστικών Παρεμβάσεων, ένα πρόγραμμα δηλαδή τοπικής οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και συνάμα πολεοδομικής και περιβαλλοντικής αναβάθμισης, με την άντληση σημαντικών κοινοτικών πόρων, προωθώντας όχι την εφήμερη εικόνα αλλά την αναζωογόνηση της πολύπαθης κεντρικής περιοχής. Και ενώ σε πολλές πόλεις που δοκιμάστηκαν διεθνώς από κρίση η συρρίκνωση οδήγησε στη χρεοκοπία των δήμων τους, ο Δήμος Αθηναίων, της πρωτεύουσας της χώρας με τη βαθύτερη κρίση στην Ευρώπη, με προσεκτική διαχείριση των οικονομικών του κατέγραψε πλεόνασμα!
Οι δύο δήμαρχοι απέδειξαν ότι η Θεσσαλονίκη και η Αθήνα μπορούν να έχουν τοπικές διοικήσεις που με την πολιτική τους συμβάλλουν στον μετριασμό των επιπτώσεων της κρίσης και στην αντοχή των πόλεών τους. Αυτή η πολιτική δίνει προοπτικές αναζήτησης στο τοπικό επίπεδο δρόμων ανάκαμψης, έτσι θα ήταν χρήσιμο να διαμορφωθεί το πεδίο δημόσιας συζήτησης για τις επερχόμενες δημοτικές εκλογές.
* Η Αθηνά Γιαννακού είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Πολεοδομικής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης στο ΑΠΘ και μέλος της Επιτροπής Πρωτοβουλίας της «Δυναμικής Ελλάδας».