του Μιχάλη Κούτρα*
Στις 17 Νοεμβρίου του 2010, έστειλα για πρώτη φορά, στον αρμόδιο τότε γενικό γραμματέα, μια πρόταση για τον έλεγχο της αγοράς φαρμάκων, αφού είχε προηγηθεί πολύμηνη αναζήτηση και ταυτοποίηση στοιχείων. Είχα θυμάμαι εντυπωσιαστεί ιδιαίτερα από τα ευρήματα και την οικτρή κατάσταση της σχετικής ρυθμιστικής πολιτικής. Στην πραγματικότητα, πρόκειται περισσότερο για απουσία παρά για παρουσία πολιτικής. Το κενό βεβαίως της πολιτικής, δεν έμεινε ακάλυπτο, με σοβαρές συνέπειες, τόσο δημοσιονομικές όσο και περί τη δημόσια υγεία. Όλο αυτό το διάστημα προσπάθησα να επικοινωνήσω τα ευρήματα και τις προτάσεις μου σε διάφορες κατευθύνσεις. Σε πολιτικούς, σε τεχνοκράτες, σε υψηλόβαθμους δημόσιους υπαλλήλους. Παρά το ότι η συντριπτική πλειοψηφία αυτών, αποδέχθηκε την πρότασή μου ως σωστή, τίποτε δεν έγινε στην πράξη, κυρίως λόγω της απροθυμίας του ΕΟΦ να δώσει λύση, την όποια λύση. Δύο σχεδόν χρόνια μετά την αρχική πρόταση, αναρτώ σήμερα τα ευρήματα της τότε έρευνας, ελπίζοντας σε καλύτερη τύχη. Το θέμα έχει ως εξής:
Ως γνωστόν τα φάρμακα στη χώρα μας φέρουν στη συσκευασία τους κουπόνι το οποίο περιέχει δύο Barcodes, ο συνδυασμός των οποίων είναι ταυτοποιητικός της κάθε συσκευασίας, του κάθε κουτιού. Η ευτυχής συγκυρία της ύπαρξης αυτού του κουπονιού (με αυτές τις πληροφορίες), σε συνδυασμό με την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, θα μπορούσε να οδηγήσει σε ιδιαίτερα σημαντικά ωφελήματα. Πιο συγκεκριμένα, αν επιτυγχάνετο ο έλεγχος και η ακύρωση του κουπονιού σε πραγματικό χρόνο, τότε θα είχαμε περιορισμό της απάτης (διπλοσκαναρισμένα ή πλαστά κουπόνια), θα γνωρίζαμε με ακρίβεια τις -ακόμα και- ημερήσιες πωλήσεις φαρμάκων, άρα θα μπορούσαμε να εισπράξουμε το rebate ακόμα και σε ημερήσια βάση, θα ελέγχαμε πολύ καλύτερα τις παράλληλες εξαγωγές και βέβαια θα είχαμε θέσει το ιδανικό θεμέλιο για πολιτικές φαρμακοεπαγρύπνησης και προστασίας της δημόσιας υγείας από ψευδο-φάρμακα.
Η κατάσταση στην Ευρώπη δεν είναι στο συγκεκριμένο τομέα τόσο προχωρημένη. Ελάχιστες χώρες χρησιμοποιούν κουπόνι που να μπορεί να ταυτοποιεί συγκεκριμένο κουτί. Γι αυτό η ευρωπαϊκή νομοθεσία ορίζει ότι μέσα στα επόμενα χρόνια οι χώρες-μέλη οφείλουν να εγκαταστήσουν τέτοιους μηχανισμούς ελέγχου. Με δεδομένο το υπόβαθρο του ελληνικού κουπονιού και την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, θα περίμενε κανείς ότι η επίτευξη του στόχου θα ήταν εύκολη. Η αλήθεια είναι ότι είναι αρκετά εύκολη, αλλά δυστυχώς, δεν υπάρχει η βούληση από ανθρώπους-κλειδιά, η στάση των οποίων ερμηνεύει περισσότερο απροθυμία (;;;) παρά άγνοια.
Η διαδικασία παραγωγής και επικόλλησης των κουπονιών έχει ως εξής:
Ο ΕΟΦ δίνει και αντιστοιχεί ρολά των 5.000 κουπονιών σε εταιρείες που έχουν δικαιώματα παραγωγής φαρμάκων με άδεια κυκλοφορίας στην Ελλάδα. Αυτές οι εταιρείες είτε έχουν αυτοπρόσωπη παρουσία στη χώρα, είτε λειτουργούν μέσω εταιρειών-αντιπροσώπων. Ας πούμε λοιπόν ότι ο ΕΟΦ δίνει και αντιστοιχεί ένα ρολό 5.000 κουπονιών με αριθμούς πχ 2.300.001 έως 2.305.000 στην εταιρεία Χ. Τα κουπόνια αυτά που έχουν ήδη προτυπωμένο επάνω τους το barcode του ΕΟΦ τα παραλαμβάνει η Χ και πρέπει να κάνει 2 πράγματα: 1) να τυπώσει επάνω τους το δεύτερο barcode, το όνομα του φαρμάκου, προαιρετικά την τιμή κοκ κάτι το οποίο συνήθως κάνει μέσω υπεργολάβου και 2) να ενημερώσει τον ΕΟΦ σε ποιά φάρμακα αντιστοίχησε ποιά κουπόνια. Πχ να πεί ότι τα κουπόνια με κωδικό 2.300.001 έως 2.301.000 αντιστοιχούν στο προϊόν 1, τα κουπόνια από 2.301.001 έως … στο προϊόν 2 κοκ. Την πληροφορία αυτή, η εταιρεία είναι υποχρεωμένη, με βάση το τρέχον θεσμικό πλαίσιο, να την παραδώσει μέσω ειδικά γραμμογραφημένου αρχείου στον ΕΟΦ μέχρι το πρώτο δεκαήμερο του επόμενου μήνα. Υπάρχουν έτσι έως και 40 ημέρες για να κοινοποιηθεί η πληροφορία στον ΕΟΦ και άρα, είναι δυνατόν, ένα σκεύασμα να έχει κυκλοφορήσει και να έχει καταναλωθεί ΠΡΙΝ ακόμα ο ΕΟΦ πληροφορηθεί ποιό κουπόνι φέρει επάνω του. Αυτό είναι ήδη ένα πρόβλημα. Έλα όμως που όλες πρακτικά οι εταιρείες παραβιάζουν τον κανόνα του πρώτου δεκαήμερου του επόμενου μήνα και μπορεί να κάνουν και τρεις (3) μήνες για να δώσουν πληροφορίες στον ΕΟΦ! Τα στοιχεία του παρακάτω πίνακα είναι αληθινά, απλά έχουν απαλειφθεί τα ονόματα των φαρμακευτικών εταιρειών. Αφορούν τους μήνες Μάρτιο έως και Οκτώβριο του 2010.
Αυτό σημαίνει ότι ΠΟΛΛΑ φάρμακα θα καταναλωθούν πριν πληροφορηθεί ο ΕΟΦ ποιό κουπόνι είχαν πάνω τους. Θα παρατηρήσετε στον πίνακα ότι η ΦΕ1 δεν έδωσε Μάρτιο, Απρίλιο και Μάϊο του 2010 καθόλου στοιχεία στον ΕΟΦ, όπως επίσης έκανε και η ΦΕ8 για Απρίλιο, Μάϊο και Ιούνιο. Στα κελιά είναι ο αριθμός των κουπονιών των οποίων τα στοιχεία κοινοποίησαν στον ΕΟΦ. Υπάρχουν περιπτώσεις με περισσότερα από 1.000.000 κουπόνια (ανώτατη τιμή 5.829.926), άρα μιλάμε για μεγάλες ποσότητες φαρμάκων.
Το πρόβλημα όμως δεν σταματά εκεί. Υπάρχουν στοιχεία ότι το 33% των αρχείων που αποστέλλονται στον ΕΟΦ, έχει σφάλματα:
α) υπάρχουν φάρμακα με ημερομηνία λήξης που αντιστοιχεί σε πολύ μακρινές μελλοντικές ημερομηνίες, δηλαδή πολύ περισσότερο από τα συνήθη λίγα χρόνια από την ημερομηνία παραγωγής (η ημ/νία λήξεως δεν υπάρχει στο κουπόνι, υπάρχει όμως στο αρχείο προς τον ΕΟΦ). Αυτό μπορεί να είναι αβλεψία (και σίγουρα κάποτε είναι, γιατί υπάρχουν και κουπόνια με πολύ κοντινές ή ακόμα και ήδη παρελθούσες ημερομηνίες λήξεως), μπορεί όμως και όχι. Επίσης, υπάρχουν παρτίδες που φέρουν κατά ένα μέρος μια ημερομηνία λήξεως και κατά το υπόλοιπο, άλλη ημερομηνία λήξεως, ενώ μια παρτίδα (batch) επειδή έχει την ίδια ημερομηνία παραγωγής (μήνας/έτος), μάλλον πρέπει να έχει και την ίδια ημερομηνία λήξεως.
β) υπάρχει μικρό αλλά καθόλου αμελητέο δείγμα φαρμάκων που φέρουν ίδιο barcode, είτε πχ δύο κουτιά του ίδιου προϊόντος, είτε και κουτιά διαφορετικών προϊόντων της ίδιας εταιρείας. Αυτές οι αλληλεπικαλύψεις σε καθεστώς ηλεκτρονικής συνταγογράφησης δημιουργούν μεγάλο πρόβλημα.
γ) τέλος, υπάρχουν συχνά αναντιστοιχίες ανάμεσα στην πληροφορία που περιέχει το κουπόνι και το τρέχον συνταγολόγιο του ΕΟΦ. Αθώα σχετικά αναντιστοιχία, χωρίς δηλαδή κινδύνους για τη δημόσια υγεία, που καθιστά όμως αδύνατο τον έλεγχο νομιμότητας του κουπονιού τη στιγμή της πώλησης, αφού αυτή η αναντιστοιχία θα βγάζει το κουπόνι άκυρο.
Ο παρακάτω πίνακας περιέχει επίσης αληθινά στοιχεία (παρά τα ΦΕ1 κτλ) και δείχνει το πρόβλημα. Η στήλη «γραμμές ανά αρχείο» σημαίνει πόσες γραμμές έχει το αρχείο που δίνει η εταιρεία στον ΕΟΦ. Πολλές γραμμές θα πεί πολλά προϊόντα, άρα μεγάλη εταιρεία. Στο δείγμα λοιπόν υπάρχουν στοιχεία για μικρές, μεσαίες και μεγάλες εταιρείες. Η μεθεπόμενη στήλη (ποσοστό αρχείων που χρειάζονταν διόρθωση) είναι όλα τα λεφτά. Μόνο οι φαρμακευτικές εταιρείες 3 και 7 έχουν μηδέν ποσοστό σφαλμάτων (ο%) για τα συγκεκριμένα αρχεία που εξετάστηκαν. Αν μάλιστα επικεντρώσουμε στη ΦΕ15, βλέπουμε ότι ενώ δεν πρόκειται για πολύ μικρή εταιρεία (200 γραμμές/αρχείο), έχει σφάλματα όλων των ειδών στα 6 αρχεία που εξετάστηκαν. Επίσης, το 80% των αρχείων της ΦΕ4 η οποία είναι μεγάλη εταιρεία (750 γραμμές/αρχείο), χρήζουν διόρθωσης.
Όσο αυτό το καθεστώς συνεχίζεται, η ακύρωση του κουπονιού τη στιγμή της πώλησης είναι αδύνατη. Επίσης, η νομοθεσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την φαρμακο-επαγρύπνηση έχει ήδη ψηφιστεί και τεθεί σε ισχύ (πριν το τέλος του 2010) και αν θέλουμε να είμαστε συνεπείς, είναι προφανές ότι αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να συνεχιστεί. Οι εταιρείες μπορεί να κάνουν όσο χρόνο θέλουν για να στείλουν τα δεδομένα στον ΕΟΦ, αλλά πρέπει να μη μπορούν να δώσουν στην κατανάλωση σκευάσματα για τα οποία δεν έχουν παραδώσει στον ΕΟΦ τις αναγκαίες πληροφορίες. Προτείνω δηλαδή να προστεθεί ένα γραφειοκρατικό βήμα έγκρισης από τον ΕΟΦ πριν από την αποδέσμευση στην αγορά, των φαρμάκων. Στο βήμα αυτό θα μπορεί να γίνεται και ένας προληπτικός έλεγχος των κουπονιών για τα λάθη που προανέφερα, έτσι ώστε όταν κυκλοφορήσουν να είμαστε βέβαιοι ότι δεν θα υπάρχουν αλλεπικαλύψεις, εσφαλμένες ημερομηνίες λήξεως κτλ και έτσι η σάρωση και η ακύρωση των barcodes να γίνεται απροβλημάτιστα.
Απορημένος μια μέρα, ρώτησα κάποιον αρμόδιο: “μα δεν επιθυμείτε τον έλεγχο της αγοράς του φαρμάκου;” Μου απάντησε, “δεν ξέρετε τι τραβάμε με τις εταιρείες για τις ετικετέζες”.
Ακόμα κλαίω με μαύρο δάκρυ για τα βάσανα των -πολυεθνικών και μη- φαρμακευτικών εταιρειών με τις ετικετέζες!
*Ο Μιχάλης Κούτρας είναι Νευρολόγος