Του Πέτρου Σκαπινάκη*
Το πρόσφατο περιστατικό δημοσιοποίησης των στοιχείων οροθετικών στον HIV γυναικών που εκδίδονται οδήγησε σε αρκετές αντιδράσεις τόσο των επιστημόνων όσο και του ευρύτερου κοινού.
Αρκετοί έθιξαν το θέμα των ανθρώπινων δικαιωμάτων και του απορρήτου των ιατρικών δεδομένων. Σε αυτό, αντιπαρατίθεται το αγαθό της διατήρησης της υγείας που πολλοί θεωρούν (σωστά κατά την γνώμη μου) ως σημαντικότερο από την προστασία του απορρήτου. Σκοπός όμως του παρόντος σημειώματος δεν είναι η επίλυση αυτού του προβλήματος, θα αφήσω να το κάνουν αυτό πιο ειδικοί από μένα συνάδελφοι από τον χώρο της κοινωνιολογίας, της πολιτικής ή της δημοσιογραφίας. Εδώ θέλω να εξετάσω κατά πόσον η παρέμβαση που επιλέχθηκε από τους αρμόδιους φορείς είναι αποτελεσματική για την προάσπιση της δημόσιας υγείας και προτιμότερη από άλλες εναλλακτικές που θα μπορούσαν να είχαν υιοθετηθεί.
Για να μπορέσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό θα πρέπει πρώτα να ορίσουμε με ακρίβεια το πρόβλημα που προσπαθούμε να επιλύσουμε. Αυτό κατά την γνώμη μου είναι το εξής: Οι γυναίκες που εκδίδονται έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα από τον γενικό πληθυσμό να είναι φορείς του HIV με αποτέλεσμα να υπάρχει αυξημένος κίνδυνος μετάδοσης του ιού στους πελάτες τους, ιδιαίτερα όταν δεν πληρούνται οι στοιχειώδεις κανόνες προφύλαξης. Ο μεγαλύτερος αυτός κίνδυνος δεν οφείλεται μόνο στην σεξουαλική συμπεριφορά και δραστηριότητα αλλά και στο γεγονός ότι πολλές από τις γυναίκες αυτές είναι επίσης τοξικομανείς και άρα ευάλωτες σε όλα τα νοσήματα που μεταδίδονται αιματογενώς (ηπατίτιδες, HIV κ.λ.π.). Στόχος, από την πλευρά της δημόσιας υγείας, θα πρέπει να είναι η μείωση του κινδύνου μετάδοσης του ιού ώστε λιγότεροι άνθρωποι να είναι οροθετικοί.
Οι επίσημες αρχές “ανακάλυψαν” πρόσφατα ότι κάποιες από τις γυναίκες που εκδίδονται είναι οροθετικές (προφανώς θα πρέπει να διερευνηθεί εάν οι ειδικοί επιστήμονες είχαν ενημερώσει τις αρχές για την επιδημική έκρηξη πολύ πιο έγκαιρα από ότι υπονοήθηκε στις ανακοινώσεις). Δυστυχώς όμως δεν αντιλήφθηκαν το μέγεθος και την έκταση του προβλήματος.
Για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε ένα υγειονομικό πρόβλημα πρέπει να μπορούμε να δούμε την πλήρη εικόνα και όχι ένα μόνο μέρος της. Πρέπει να μπορούμε να υπολογίσουμε με σχετική ακρίβεια τόσο τον αριθμητή (πόσες γυναίκες που εκδίδονται μπορεί να είναι οροθετικές) όσο και τον παρανομαστή (πόσες συνολικά είναι οι γυναίκες που εκδίδονται). Αυτή είναι μια βασική αρχή της επιδημιολογίας που είναι άλλωστε και γνωστή ως η επιστήμη των παρανομαστών!
Ας κάνουμε λοιπόν μια γρήγορη εκτίμηση.
Πρώτον, πρέπει να υπολογίσουμε χονδρικά τον πληθυσμό των γυναικών που εκδίδεται. Περίπου 500 είναι τα παράνομα / νόμιμα πορνεία στην Αθήνα. Εάν 5 γυναίκες εργάζονται κατά μέσο όρο σε καθένα από αυτά τότε προκύπτει ένας πληθυσμός εκδιδόμενων γυναικών περίπου 2500. Καθώς Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αθήνα και το κράτος φαντάζομαι ότι οφείλει να προασπίζει την δημόσια υγεία όλων των πολιτών του, όπου και αν μένουν εντός της επικράτειας, προτείνω να διπλασιάσουμε το νούμερο αυτό και να θεωρήσουμε ότι περίπου 5000 γυναίκες εκδίδονται αυτή την στιγμή στην Ελλάδα.
Δεύτερον, πρέπει να υπολογίσουμε αδρά τον συνολικό αριθμό των πελατών αυτών των γυναικών τους τελευταίους 1-2 μήνες. Αν κατά μέσο όρο κάθε γυναίκα έχει τους τελευταίους 1-2 μήνες 5 νέες σεξουαλικές επαφές με πελάτες τότε προκύπτει ότι το τελευταίο διάστημα περίπου 25000 ξεχωριστά άτομα βρίσκονται σε πιθανό κίνδυνο μετάδοσης του ιού.
Τρίτον, είναι σωστό να κάνουμε μια εκτίμηση για τον αριθμό των οροθετικών γυναικών αλλά και για την πιθανότητα μετάδοσης του ιού στους πελάτες τους. Καθώς δεν είμαι σίγουρος ότι υπάρχει πρόσφατη μελέτη της επίπτωσης οροθετικότητας σε ιερόδουλες στην Ελλάδα (πιθανότατα να υπάρχει) προτείνω να χρησιμοποιήσουμε τα νούμερα που προκύπτουν από αντίστοιχη Ιταλική μελέτη που πιθανότατα μοιάζουν πολύ με τα δικά μας (Spina και συν. Sex Transm Dis. 1998 Oct;25(9):451-4). Στην μελέτη αυτή (αν και αρκετά παλιά) περίπου 16% των γυναικών που εκδίδονταν ήταν οροθετικές (αλλά έχει ενδεχομένως σημασία ότι στις γυναίκες που ήταν επίσης τοξικομανείς το ποσοστό τριπλασιάζεται στο 39%!). Για τις ανάγκες της δικής μας αδρής εκτίμησης προτείνω να θεωρήσουμε ένα συντηρητικό ποσοστό οροθετικότητας, περίπου στο 10% (αποκλείω να είναι μικρότερο). Με βάση αυτόν τον υπολογισμό εκτιμώ ότι από τις 5000 γυναίκες, περίπου οι 500 είναι οροθετικές. Αντιπαραβάλλετε αυτό το νούμερο με τις 10-15 γυναίκες που συνέλαβε η αστυνομία για να καταλάβετε την πραγματική διάσταση του προβλήματος. 0ι 500 αυτές γυναίκες τους τελευταίους 2 μήνες μπορεί να έχουν πάει με 2500 άτομα και εάν θεωρήσουμε ότι το ένα τέταρτο αυτών δεν χρησιμοποίησε προφυλακτικό, συνολικά περίπου 600 άτομα διατρέχουν υψηλό κίνδυνο μετάδοσης του ιού. Με μια πιθανότητα γύρω στο 1-2% ενδεχομένως 10-15 άτομα μπορεί να έγιναν οροθετικά το τελευταίο διάστημα.
Συνοψίζοντας, το επείγον πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε αυτή την στιγμή είναι:
α) να βρούμε αυτούς τους 10-15 ανθρώπους που πιθανότατα κόλλησαν τον ιό τους τελευταίους 2 μήνες από αυτές τις γυναίκες, και
β) να βρούμε τις περίπου 500 γυναίκες που είναι οροθετικές και να τις απομακρύνουμε από αυτή την δραστηριότητα αλλά και να τις φροντίσουμε ιατρικά αν χρειάζεται.
Αφού κάνουμε αυτά στην συνέχεια θα ήταν καλό να σκεφτούμε σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα με ποιο τρόπο θα αντιμετωπίσουμε ριζικότερα και μονιμότερα το πρόβλημα της παράνομης πορνείας και των εξ’αυτής προκαλούμενων προβλημάτων στην δημόσια υγεία (αλλά και γενικότερα το πρόβλημα της οροθετικότητας στην Ελλάδα οποιασδήποτε αιτιολογίας).
Αυτά όμως είναι πράγματα που μπορούν να περιμένουν, ας δούμε επί του παρόντος το επείγον πρόβλημα. Δυο πράγματα νομίζω πρέπει να γίνουν:
Πρώτον, καθώς είναι αδύνατο να βρούμε όλες τις οροθετικές γυναίκες αλλά και τους πρόσφατους πελάτες τους, πρέπει να καλέσουμε για εξέταση όσους πήγαν πρόσφατα με μια γυναίκα που εκδίδεται (περίπου 25000) εξασφαλίζοντας φυσικά την εχεμύθεια και το απόρρητο.
Δεύτερον, πρέπει να κάνουμε σημαντική προσπάθεια ώστε να προσεγγίσουμε τις γυναίκες που είναι οροθετικές ή πιστεύουν ότι μπορεί να είναι ώστε να τους προσφέρουμε την ιατρική βοήθεια που χρειάζονται και ταυτόχρονα να τις απομακρύνουμε από την επαγγελματική τους δραστηριότητα. Για να γίνει αυτό θα πρέπει φυσικά να εγγυηθούμε το ιατρικό απόρρητο.
Τι έγινε στην πράξη;
Λανθασμένα θεώρησε η αστυνομία (;) ότι το πρόβλημα αφορούσε 10-15 γυναίκες. Στην πραγματικότητα αυτές είναι πάνω από 500 και είναι αδύνατο να τις συλλάβει όλες. Η δημοσιοποίηση στοιχείων και φωτογραφιών είχε δυο αρνητικές παρενέργειες:
α) ένας πολύ μικρός αριθμός των 25000 ατόμων που βρίσκεται σε κίνδυνο συνειδητοποίησε ότι πράγματι βρίσκεται σε κίνδυνο, καθώς πολλοί άνθρωποι που είχαν πρόσφατα επισκεφθεί κάποια εκδιδόμενη γυναίκα ηρέμησαν βλέποντας τις φωτογραφίες λέγοντας: “ωραία, αυτό δεν αφορά εμένα”!
β) η δημόσια διαπόμπευση και σύλληψη οδήγησε τις υπόλοιπες 480 οροθετικές γυναίκες στην απόφαση να κρυφτούν και να μην εμπιστευθούν τις υγειονομικές αρχές καθώς είναι πεπεισμένες ότι εάν εμφανιστούν θα συλληφθούν. Άρα η συγκεκριμένη παρέμβαση οδηγεί μαθηματικά σε βλάβη της δημόσιας υγείας και νομίζω ότι είναι επιτακτική ανάγκη να γίνουν διορθωτικές κινήσεις τόσο από το ΚΕΕΛΠΝΟ όσο και από τα Υπουργεία Υγείας και Δημ. Τάξης.
Σε δεύτερο χρόνο, ας μάθουμε από τα λάθη μας και ας αποφασίσουμε να ασχοληθούμε συστηματικά με την αντιμετώπισης της υγειονομικής βόμβας που λέγεται HIV και σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα.
*Ο Πέτρος Σκαπινάκης είναι Επίκουρος Καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων