Του Ορέστη Καλογήρου*
Στη χώρα ζούμε μια πρωτόγνωρη κατάσταση, που για πολλές δεκαετίες τη γνωρίζαμε μόνο από την ιστορία εγκληματικών οργανώσεων, όπως η Κου Κλουξ Κλαν και τα τάγματα εφόδου του Χίτλερ.
Δηλαδή, τρομοκρατικές οργανώσεις που υποστήριξαν το ιδεολόγημα της υπεροχής των λευκών ή των αρείων έναντι των άλλων φυλών, τον αντισημιτισμό, το ρατσισμό και την ομοφοβία. Οι πρακτικές αυτών των σχηματισμών που χρησιμοποίησαν την τρομοκρατία, τη βία και τις πράξεις εκφοβισμού θεωρούνταν στη χώρα μας αδιανόητες από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Κι όμως, εδώ και μερικές εβδομάδες οι βάρβαρες πράξεις αυτού του είδους έχουν κάνει την εμφάνισή τους στα δελτία ειδήσεων και στη ζωή μας. Οι δράστες έχουν ονοματεπώνυμο και είναι μέλη μιας περιθωριακής οργάνωσης με ναζιστικά χαρακτηριστικά με την επωνυμία Χρυσή Αυγή. Δυστυχώς, με την ψήφο πολλών συμπολιτών μας η περιθωριακή αυτή οργάνωση απέκτησε πρόσφατα σημαντική κοινοβουλευτική αντιπροσώπευση.
Έτσι, φτάσαμε στο σημείο να υπάρχουν βουλευτές που πρωτοστατούν σε πράξεις προπηλακισμού εναντίον όσων δεν ταιριάζουν στα πρωτόγονα απλοϊκά στερεότυπα αυτής της ομάδας. Παραβιάζει κανείς ανοιχτές θύρες όταν επισημαίνει ότι η νομιμοποίηση της βαρβαρότητας από ένα, έστω μικρό, μέρος των πολιτών έχει τις ρίζες του σε δύο τουλάχιστον παράγοντες. Ο ένας παράγοντας είναι το κενό που άφησαν επί δεκαετίες οι θεσμικά υπεύθυνοι, οι οποίοι συνιστούν το δημοκρατικό πολίτευμα και το οργανωμένο κράτος (δικαιοσύνη, Βουλή, αστυνομία, πολιτικά κόμματα και οργανώσεις), με την ανοχή, και ενίοτε την ενθάρρυνση, κάθε είδους ανομίας και παραβατικής συμπεριφοράς, είτε αυτή προερχόταν από αυτόχθονες είτε από αλλοδαπούς. Η εγκατάλειψη εκ μέρους του οργανωμένου κράτους του δημόσιου χώρου και του δημοσίου συμφέροντος δημιούργησε ασφυκτικές και οριακές συνθήκες ανασφάλειας για μεγάλα τμήματα πολιτών, ιδιαίτερα στις δύο μεγάλες πόλεις Αθήνα και Θεσσαλονίκη, και όχι μόνον. Ο άλλος παράγοντας είναι η πολύπλευρη οικονομική, πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική κρίση που μαστίζει τη χώρα.
Η κατάρρευση των ελπίδων για μια καλύτερη ζωή, ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων, η άρνηση ολόκληρου του πολιτικού προσωπικού να πει την αλήθεια, αλλά και η έλλειψη αυτοκριτικής και αυτογνωσίας από τη δική μας μεριά, των πολιτών, δημιούργησαν ένα εκρηκτικό μείγμα και προετοίμασαν το έδαφος για την εμφάνιση πράξεων που ντροπιάζουν τον καθημερινό πολιτισμό μας. Ο γράφων έχει αντιταχθεί ενεργά και δημόσια απέναντι σε κάθε απόπειρα βίαιης παρεμπόδισης της ελεύθερης έκφρασης και βούλησης των ανθρώπων, από όποια μεριά του πολιτικού φάσματος κι αν προέρχονταν αυτές οι πράξεις. Και πολλές φορές προέρχονταν από την αριστερή πλευρά του. Όμως, στα φαινόμενα ναζιστικής βίας δεν χωρά κανένας συμψηφισμός.
Οι καλοπροαίρετοι πολίτες, ενδεχομένως δίκαια αγανακτισμένοι για τα όσα συμβαίνουν γύρω μας, πρέπει να αποσύρουν την όποια υποστήριξή τους προς τις ομάδες που προβαίνουν σε πράξεις βίας ναζιστικού χαρακτήρα. Μόνο η δημοκρατία έχει πιθανότητες να αντιμετωπίσει τα προβλήματά μας. Η Χρυσή Αυγή πρέπει να επιστρέψει εκεί που ήταν, στο περιθώριο.
*Ο ο Ορέστης Καλογήρου είναι καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης